- Κιστερκιανοί
- Μοναχικό τάγμα της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. Η ονομασία προήλθε από τη Σιτό (λατ. Cistercium), περιοχή της ανατολικής Γαλλίας όπου ο αβάς της Μολέμ Ροβέρτος και μερικοί σύντροφοί του ίδρυσαν μία μονή, το 1098. Η κίνηση αυτή, στην οργάνωση της οποίας συνέβαλαν αποφασιστικά οι διάδοχοι του Ροβέρτου, Αλβέριχος και άγιος Στέφανος Χάρντινγκ, είχε σκοπό την αυστηρή τήρηση των αρχικών μοναστικών κανόνων του αγίου Βενέδικτου. Οι Κ. επεδίωκαν την πραγματοποίηση του ιδεώδους μιας κοινοβιακής ζωής. Τηρούσαν περιόδους σιωπής, αυστηρή νηστεία, ασχολούνταν με τα γράμματα και η εργασία ήταν υποχρεωτική για όλους. Το τάγμα εξαπλώθηκε σε όλη την Ευρώπη (Ιταλία, Γερμανία, Αγγλία, Ισλανδία κ.α.), κυρίως χάρη στις προσπάθειες του Βερνάρδου του Κιαραβάλε, ο οποίος μπορεί να χαρακτηριστεί ως ο δεύτερος ιδρυτής του. Το τάγμα των Κ. ανέδειξε πολλούς ασκητές και αγίους, καθώς και τρεις πάπες, τους Ευγένιο Γ’, Σελεστίνο Δ’ και Βενέδικτο IB’.
Η ιστορία του τάγματος των Κ. διαμέσου των αιώνων δεν διαφέρει και πολύ από την ιστορία των άλλων ρωμαιοκαθολικών θρησκευτικών ταγμάτων. Την περίοδο της μεγαλύτερης ακμής του (12ος και 13ος αι.) διαδέχθηκαν περίοδοι κρίσης, που συχνά προκαλούσαν σχίσματα στις μοναστικές κοινότητες, οι οποίες σχημάτιζαν ιδιαίτερες αδελφότητες. Το σπουδαιότερο από αυτά ήταν των τραπιστών (1664). Από τότε το τάγμα διαιρέθηκε ουσιαστικά σε δύο μεγάλους κλάδους και παρέμεινε χωρισμένο, παρά τις προσπάθειες επανένωσης που κατέβαλε ο πάπας Λέοντας IΓ’. Υπάρχει και τάγμα γυναικών Κ., του οποίου τα μέλη είναι χωρισμένα σε διάφορες αδελφότητες.
Αρχιτεκτονική. Στην ιστορία της αρχιτεκτονικής, οι ναοί των Κ. κατέχουν εξέχουσα θέση για το κάλλος τους. Με την εξάπλωση του τάγματος και την οικοδόμηση ναών και μονών σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, οι Κ. συνετέλεσαν επίσης στη διάδοση των οικοδομικών παραδόσεων και των αρχιτεκτονικών μορφών που αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη τον 12o αι. Ο κιστερκιανός ρυθμός έχει τις ρίζες του στη μεγάλη ρομανική παράδοση που δημιούργησαν στη Βουργουνδία οι Βενεδικτίνοι μοναχοί του Κλινί, διαφοροποιείται όμως από αυτήν, όχι μόνο επειδή υιοθέτησε πρώιμα ορισμένες γοτθικές αρχιτεκτονικές μορφές, όπως το τόξο και τα διαγώνια βεργία, αλλά και για τη μεγάλη απλότητα και αυστηρότητά του. Ακολουθώντας το πνεύμα του ιδρυτή του τάγματος αγίου Βερνάρδου, τα κτίρια των Κ., αντίθετα από εκείνα των μοναχών του Κλινί που χαρακτηρίζονταν για τις λαμπρές πλαστικές διακοσμήσεις τους και τα πολύτιμα μάρμαρα των επενδύσεων και των δαπέδων, διακρίνονται για το ορθολογιστικό πνεύμα και την οικονομία των οικοδομικών υλικών (πέτρα, τούβλα, κονίαμα) και του αρχιτεκτονικού σχεδίου. Οι εκκλησίες είναι φωτεινές, ψηλές, γυμνές, και οι κατόψεις απλές, σε τετραγωνικό σχήμα. Οι θόλοι αποτελούνται από επιμήκη σταυροθόλια χωρισμένα με τόξα και καταλήγουν σε ημικίονες στηριγμένους στα ορθογώνια υποστυλώματα, τα οποία μαζί με τα διαγώνια βεργία των θόλων προσδίδουν γοτθικό χαρακτήρα στο σύνολο, χωρίς να φτάνουν ποτέ το υπέρμετρο ύψος των σύγχρονων γοτθικών κτιρίων της Ιλ-ντε-Φρανς (γοτθική τέχνη). Γνώστες των κλασικών μέτρων, οι Κ. αρχιτέκτονες (οι οποίοι είχαν αρχικά ακολουθήσει καθαρά ρομανικές μορφές, όπως στο Έμπερμπαχ) απέφυγαν συστηματικά την ιλιγγιώδη ανύψωση προς τον ουρανό, την οποία ο άγιος Βερνάρδος θεωρούσε ένδειξη υπεροψίας. Αντί για τις μετέωρες αντηρίδες, προτιμούσαν τις κατακόρυφες αντηρίδες και αγνοούσαν εντελώς τα πολύτιμα διάτρητα δαντελωτά μάρμαρα και τις πυραμίδες. Αξιόλογη υπήρξε η επιτυχία του γοτθικού-κιστερκιανού ρυθμού. Τα κύρια χαρακτηριστικά του, όπως διαμορφώθηκαν στις πρώτες εκκλησίες της Βουργουνδίας του 12ου αι., στην εκκλησία του Σιτό (που περατώθηκε το 1148, αλλά δεν σώζεται σήμερα) και σε άλλες αρκετά γνωστές στο Ποντινί (1150;) ή στο Φοντενέ (όπου υπάρχει το μοναδικό άθικτο μέχρι σήμερα μοναστηριακό συγκρότημα των Κ.) υιοθετήθηκαν από την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, τις χώρες της κεντρικής Ευρώπης, τη Μεγάλη Βρετανία, την Πολωνία και τις Σκανδιναβικές χώρες. Αυτή η επιβλητική δύναμη εξάπλωσης αποτελεί μάλιστα ένα από τα πιο ουσιαστικά χαρακτηριστικά της ιστορίας της αρχιτεκτονικής των Κ.
Η μονή του Τορονέ στη Γαλλία (1310) αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της αρχιτεκτονικής των Κιστερκιανών.
Dictionary of Greek. 2013.